Philip K. Dick: Είμαστε απλές μηχανές αντανακλαστικών;

Τι κοινό έχουν η θρυλική ταινία “Blade runner” (1982) του Ρίντλει Σκοτ, η πολύ καλή “Ολική επαναφορά” (1990) του Πολ Βερχόφεν και η, επίσης πολύ καλή, ταινία του Στίβεν Σπίλμπερκ “Minority report”; Το σενάριό τους βασίζεται σε κείμενο του Αμερικανού συγγραφέα Φίλιπ Κ. Ντικ: Στο μυθιστόρημα “Do androids dream of electric sheep?” και στα διηγήματα “We can remember it for you wholesale” και “Minority report” αντίστοιχα.

Ο Φίλιπ Κέντρεντ Ντικ πέθανε το 1982, μετά από μια ξαφνική καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 54 ετών, έχοντας στο ενεργητικό του 30 χρόνια ιδιοφυούς συγγραφικής δραστηριότητας. Ο Ντικ στα γραπτά του θίγει βασικά θέματα αντίληψης, φιλοσοφίας και θρησκείας και αμφισβητεί κάθε είδος εξουσίας, φτάνοντας ως την ύστατη μορφή της, την ίδια την πραγματικότητα. Δείχνει απέραντη συμπάθεια για τους χαρακτήρες του. Οι καταστάσεις στις οποίες βρίσκονται μπορεί να ανήκουν στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας, αλλά τα προβλήματά τους είναι αληθινά, και ο συγγραφέας εξερευνά μέσα από αυτά βασικά ερωτήματα της ζωής που μας αφορούν όλους. Ίσως ο ίδιος μπορεί να μας εξηγήσει καλύτερα πολλά πράγματα:

“Φοβάμαι την εξουσία, αλλά συγχρόνως αισθάνομαι δυσαρέσκεια απέναντί της και απέναντι στο φόβο μου, έτσι επαναστατώ. Επαναστάτησα στο Μπέρκλεϊ (γνωστό αμερικανικό πανεπιστήμιο) και µε έδιωξαν, μου είπαν να μην ξαναγυρίσω. Μια μέρα έφυγα από τη δουλειά μου στο δισκοπωλείο και δεν ξαναγύρισα. Αργότερα ήμουν αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ και μου έκαναν το σπίτι γυαλιά – καρφιά. Ότι κάνω προέρχεται από την κακή μου συμπεριφορά. Ακόμα και με τους εκδότες µου. Όμως η επιστημονική φαντασία είναι µια επαναστατική μορφή τέχνης. Χρειάζεται ερωτήσεις του είδους “γιατί” ή “πώς” ή “ποιός το είπε;”. Αυτό εξιδανικεύεται στα βιβλία μου με θέματα του είδους “είναι πραγματικό το σύμπαν;” ή “είμαστε στα αλήθεια άνθρωποι ή είμαστε απλές μηχανές αντανακλαστικών;”. Έχω πολύ θυμό μέσα μου. Πάντα είχα. Την περασμένη βδομάδα ο γιατρός µου μου είπε πως η πίεσή μου ανέβηκε πάλι, φαίνεται πως έχω μια καρδιακή επιπλοκή. Θύμωσα. Ο θάνατος με νευριάζει. Όσα υποφέρουν οι άνθρωποι και τα ζώα με νευριάζουν, κάθε φορά που πεθαίνει μια γάτα μου βρίζω το Θεό και το εννοώ, είμαι έξαλλος μαζί του. Θέλω να γράψω για ανθρώπους που αγαπώ και να τους βάλω σε ένα φανταστικό κόσμο του μυαλού μου, όχι στον κόσμο που έχουμε στην πραγματικότητα, γιατί ο κόσμος που έχουμε στην πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τα πρότυπά μου. Ωραία, θα έπρεπε να αναθεωρήσω τα πρότυπά µου. Θα πρέπει να υποχωρήσω μπροστά στην πραγματικότητα. Ποτέ δεν υποχώρησα μπροστά στην πραγματικότητα. Αυτό είναι η επιστημονική φαντασία. Θέλω να σας δείξω στα γραπτά μου τι αγαπάω (τους φίλους µου) και τι μισώ άγρια (αυτό που τους συμβαίνει).”

Ο Ντικ, σαν µια τραγική φυσιογνωμία, ακολούθησε μια μοίρα παρόμοια με αυτή των ηρώων του. Για χρόνια παραγνωρισμένος από το κοινό του, κατάφερε στα τελευταία χρόνια της ζωής του να πετύχει μια σχετικά άνετη ζωή και την αναγνώριση.